Έμβλημα Πολυτεχνείου Κρήτης
Το Πολυτεχνείο Κρήτης στο Facebook  Το Πολυτεχνείο Κρήτης στο Instagram  Το Πολυτεχνείο Κρήτης στο Twitter  Το Πολυτεχνείο Κρήτης στο YouTube   Το Πολυτεχνείο Κρήτης στο Linkedin

Νέα / Ανακοινώσεις / Συζητήσεις

Σχ. Μη.Περ. Ανακοίνωση παρουσίασης μεταπτυχιακής διατριβής κ.Παπαϊωάννου Χρήστου-Ιωάννη

  • Συντάχθηκε 11-04-2018 13:29 από Georgia Poniridou Πληροφορίες σύνταξης

    Email συντάκτη: tponiridou<στο>tuc.gr

    Ενημερώθηκε: -

    Ιδιότητα: υπάλληλος ΜΗΠΕΡ.

    ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗΣ ΔΙΑΤΡΙΒΗΣ

                                                   

    Όνοματεπώνυμο Μεταπτυχιακού Φοιτητή: Ιωάννης – Χρήστος Παπαϊωάννου

    Α.Μ.: 2014057348

    Ημερομηνία Παρουσίασης: 24-04-2018

    Ώρα: 16.00

    Αίθουσα: K2.A3

     Θέμα ΜΔΕ «ΠΛΑΙΣΙΟ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΑΝΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑΣ (RESILIENCE) ΣΕ ΦΥΣΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΣ ΝΗΣΙΩΤΙΚΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΝΗΣΟΥ ΚΡΗΤΗΣ»

     Επιβλέπων: Κωνσταντίνος Συνολάκης.

    Τριμελής Εξεταστική Επιτροπή:

    1 Κωνσταντίνος Συνολάκης, Καθηγητής

    2 Νικόλαος Νικολαΐδης, Καθηγητής

    3 Αθανάσιος Παπαδόπουλος, Διδάκτωρ - ΕΔΙΠ

     Περίληψη:

    (ελληνικά)

    Η παρούσα μεταπτυχιακή διατριβή αποσαφηνίζει την έννοια της Ανεκτικότητας (Resilience) και συγκεκριμένα, το περιεχόμενο της Ανεκτικότητας Καταστροφών με πεδίο εφαρμογής της Νησιωτικές Κοινότητες. Η κύρια στόχευσή της είναι η οικοδόμηση ενός πλαισίου αξιολόγησης της κατάστασης ανάπτυξης της ανεκτικότητας, βασισμένο πάνω σε ένα κατάλληλο θεωρητικό υπόβαθρο, το οποίο να επιδεικνύει τα υπανάπτυκτα στοιχεία της κοινότητας ώστε να οριστούν οι κατευθυντήριες γραμμές που πρέπει να ακολουθηθούν για να βελτιωθούν οι ικανότητες της κοινότητας και να ευαισθητοποιηθούν οι αρμόδιοι φορείς. Απώτερος σκοπός είναι το εν λόγω πλαίσιο αξιολόγησης να αποτελέσει τόσο βάση περαιτέρω ανάλυσης της ανεκτικότητας καταστροφών νησιωτικών κοινοτήτων, όσο και εργαλείο περιοδικής αξιολόγησης της ανεκτικότητας των περιοχών εφαρμογής του.

    Η ανεκτικότητα καταστροφών είναι πολύ σημαντική για την κοινωνία, λόγω των ανθρώπινων απωλειών, των μεταναστευτικών ροών, των υλικών καταστροφών και της οικονομικής ζημίας που επέρχονται από τις φυσικές καταστροφές. Αν συνυπολογιστούν και οι συνδεδεμένοι με την κλιματική αλλαγή καταστροφικοί παράγοντες που γίνεται ολοένα και πιο συχνή και έντονη η εμφάνιση τους, ο αυξημένος συνεχώς κίνδυνος πραγματοποίησης καταστροφής είναι γεγονός. Στην Ελλάδα, με καθυστέρηση ξεκίνησε να απασχολεί την επιστημονική κοινότητα η ανεκτικότητα καταστροφών και η αποσπασματική προσέγγιση του αντικειμένου γέννησε προβλήματα, με τον κάθε ερευνητή να ονομάζει το Resilience με διάφορο τρόπο ανάλογα το αντικείμενο που τον απασχολούσε. Για την αντιμετώπιση της ασυμφωνίας αυτής, συγκεντρώθηκαν οι αποδώσεις του όρου, ο οποίος εν τέλει με καθαρά εννοιολογικά κριτήρια αποδόθηκε ως Ανεκτικότητα.

    Το πλαίσιο που δημιουργήθηκε στοχεύει τις νησιωτικές κοινότητες˙ ο λόγος είναι ότι στην βιβλιογραφία υπάρχει εκτενής απασχόληση με την ανεκτικότητα καταστροφών παράκτιων κοινοτήτων, μικρών νησιωτικών κρατών, αλλά όχι για τις νησιωτικές κοινότητες που δεν αποτελούν κρατικές οντότητες. Νησιωτικές κοινότητες της αυτής μορφής υπάρχουν σε όλα τα πλάτη της Ευρωπαϊκής ηπείρου και φυσικά και στη Μεσόγειο και ιδιαίτερα στην Ελλάδα που περιλαμβάνει μεγάλο αριθμό από αυτές κατανεμημένες σε δύο αρχιπελάγη, το Αιγαίο και το Ιόνιο. Οι νησιωτικές αυτές κοινότητες, μοιράζονται τα μειονεκτήματα τόσο των παράκτιων κοινοτήτων, όσο και των μικρών νησιωτικών κρατών, τα οποία όμως δεν είναι απαγορευτικά για να αναπτυχθούν με ανεκτικότητα στις καταστροφές και σε σύμπνοια με την βιώσιμη ανάπτυξη. Τα μεγάλα τους μειονεκτήματα αναγνωρίζονται, ως α) το μικρό μέγεθος, β) η απομόνωση, γ) το ευαίσθητο παράκτιο περιβάλλον, δ) οι δημογραφικοί παράγοντες, καθώς και  ε) οι οικονομικοί παράγοντες, με παράδειγμα την έντονη συνήθη μονοτομεακή προσέγγιση της οικονομίας του τουριστικού τομέα.

    Το πλαίσιο βασίστηκε σε δοκιμασμένο θεωρητικό υπόβαθρο, στο υπόβαθρο της εγγενούς ανεκτικότητας του μοντέλου DROP, που δομήθηκε εξ αρχής για αξιολόγηση υφιστάμενης κατάστασης σε επίπεδο κοινότητας. Συλλέχθηκαν στη συνέχεια πληθώρα στατιστικών δεδομένων, τα οποία χαρακτηρίζουν τις κοινότητες γενικά, τις παράκτιες κοινότητες, καθώς και τα μικρά νησιωτικά κράτη και σχετίζονται με ιδιότητες του κοινωνικού συνόλου, των θεσμών, του περιβάλλοντος, της οικονομίας και των υποδομών. Από αυτά επιλέχθηκαν τα πιο αντιπροσωπευτικά που ήταν διαθέσιμα, για τον χαρακτηρισμό των ιδιοτήτων και ικανοτήτων των νησιωτικών κοινοτήτων. Ακόμα, χρησιμοποιήθηκε κατά περίπτωση έρευνα ερωτηματολογίου για αποτύπωση στοιχείων γύρω από την πολιτική προστασία και ποσοτικοποίηση ποιοτικών δεδομένων που χαρακτηρίζουν τις νησιωτικές κοινότητες, αλλά και συνολικά τις περιοχές κοινοτικού επιπέδου.

    Αποτέλεσμα της διαδικασίας, είναι η δημιουργία του πλαισίου αξιολόγησης της κατάστασης της ανεκτικότητας, το οποίο εκπληρώνει το σκοπό αναγνώρισης των μειονεκτικών σημείων, για τον καθορισμό κατευθύνσεων και την αιτιολόγηση των προτεραιοτήτων για οικοδόμηση της ανεκτικότητας. Επίσης, βοηθάει στην διάχυση της πληροφορίας γύρω από το θέμα, αποσαφηνίζει και καθορίζει ένα ενιαίο πλαίσιο διαβούλευσης για τους εμπλεκόμενους φορείς δημιουργίας ανεκτικότητας και επιδεικνύει την ιδέα της ολοκληρωμένης δραστηριοποίησης, όπου η πολυσχιδής ανάπτυξη μπορεί να αποδώσει μαζικά βελτιωτικά αποτελέσματα. Παρόλα αυτά, το πλαίσιο αυτό δεν προσφέρει επιχειρησιακή χρηστικότητα με την παρούσα δομή του, αλλά μπορεί να θεωρηθεί ως η βάση για μια προσαρμοσμένη βελτιωμένη εκδοχή του μελλοντικά.

    Τέλος, το πλαίσιο αξιολόγησης εφαρμόστηκε στην περιοχή της Κρήτης, η οποία έχει σημαίνουσα γεωγραφική και οικονομική θέση για την Ελλάδα και αποτελεί αντιπροσωπευτικό παράδειγμα Νησιωτικής Κοινότητας της ανατολικής Μεσογείου. Απώτερος στόχος ήταν να επιδειχτούν οι δυνατότητες εφαρμογής του πλαισίου και να εξεταστεί η υφιστάμενη κατάσταση της Κρήτης. Από την εφαρμογή, προέκυψαν ενδιαφέροντα αποτελέσματα, που αναγνώρισαν  στην Κρήτη μέτρια κατάσταση ανάπτυξης της ανεκτικότητας, με δυνατή την μελλοντική βελτίωση, αλλά με βασικό προαπαιτούμενο να διορθωθούν προβλήματα νοοτροπίας, υπευθυνότητας και ενδιαφέροντος, τόσο σε θεσμικό, όσο και σε κοινωνικό επίπεδο.

     (Αγγλικά)

    The present master thesis initially clarifies the idea of Resilience, particularly Disaster Resilience, considering its application in islandic communities. The study mainly aims at constructing an evaluation framework for the resilience development state, based on an appropriate theoretical background, which could present the underdeveloped features of a community, in order to define the guidelines that must be followed to improve the community’s abilities and increase the awareness of competent bodies. The ultimate objective was to make the evaluation framework in question be not only the base for further analysis of islandic communities disaster resilience, but also a tool for periodic evaluation of the resilience in its areas of interest.

    Disaster resilience is very important for society, due to the human loss, migration flows, material damage and economical damage that result from natural disasters. If the destructive factors that are associated to climatic change, and of which the presence is more and more frequent and intense, are taken into account, the increasing disaster hazard is a fact. In Greece, disaster resilience started concerning the scientific community with delay, while the fragmented approach of the subject, created problems, with each researcher defining the term Resilience differently, depending on his area of study. In order to address this issue, all definitions of the term were considered and finally the term was translated in greek (Ανεκτικότητα) based on purely conceptual criteria.

    Α framework was created in the study that would concern islandic communities, since in literature, there is an extensive engagement with disaster resilience of coastal communities and small islandic states, but not of small islandic communities that do not constitute state entities. Similar islandic communities exist throughout the European continent, as well as in the Mediterranean region and particularly in Greece, which includes many of these communities distributed in two archipelagos, the Aegean and the Ionian. Such islandic communities share the disadvantages of both coastal communities and small islandic states, which however, are not prohibitive for these communities to develop with resilience to disasters and in agreement with sustainable development. These disadvantages are namely a) small size, b) isolation, c) sensitive coastal environment, d) demographic factors and e) economic factors, such as the intense unilateral approach of the economy of the touristic sector.

    The evaluation framework was based on the inherent resilience background of the DROP model, that is well-tried and which was structured from the beginning, for evaluating an existing situation at a community level. Subsequently, numerous statistical data, which characterized communities in general, coastal communities, as well as small islandic states, were collected. Among these data, which were related to societal, institutional, environmental, economic and infrastructural properties, the most representative of those available were selected, in order to characterize the islandic communities’ properties and abilities. Furthermore, a questionnaire investigation was used in a specific occasion, in order to record data regarding civil protection and to quantify qualitative data that characterize not only islandic communities, but also community level areas in general.

    The outcome of the above mentioned procedure, was the creation of a resilience state evaluation framework, which fulfills the purpose of identifying the disadvantages in the processes of defining directions and justifying priorities for structuring resilience. Additionally, it helps in diffusing information regarding the subject, clarifies and defines a comprehensive consultation framework for the bodies being involved in resilience creation and presents the idea of integrated activation, in which multifarious development can achieve massively improving results. Nevertheless, the evaluation framework does not offer operational usability in its present structure, but can be considered a basis for an adapted and improved future version.

    Finally, the evaluation framework was applied to the island of Crete, which has an important geographical and economical role for Greece and constitutes a representative Islandic Community example of the eastern Mediterranean. The ultimate goal was to demonstrate the framework’s application possibilities and to evaluate the present situation of Crete. The framework application provided some interesting results, which showed that the island of Crete is characterized by a moderate resilience development state, with prospects for future improvement, provided that mentality, responsibility and interest issues are solved, both on an institutional and on a societal level.

     


© Πολυτεχνείο Κρήτης 2012