Έμβλημα Πολυτεχνείου Κρήτης
Το Πολυτεχνείο Κρήτης στο Facebook  Το Πολυτεχνείο Κρήτης στο Instagram  Το Πολυτεχνείο Κρήτης στο Twitter  Το Πολυτεχνείο Κρήτης στο YouTube   Το Πολυτεχνείο Κρήτης στο Linkedin

Νέα / Ανακοινώσεις / Συζητήσεις

Σχολή ΜΗΠΕΡ: παρουσίαση Διδακτορικής Διατριβής κ.Φλουρή Ευαγγελίας

  • Συντάχθηκε 06-09-2017 10:41 από Dimitra Pateraki Πληροφορίες σύνταξης

    Email συντάκτη: dpateraki<στο>tuc.gr

    Ενημερώθηκε: -

    Κύρια: υπάλληλος ΜΗΠΕΡ. Άλλες ιδιότητες: υπάλληλος
    ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

    ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗΣ ΔΙΑΤΡΙΒΗΣ


    Όνοματεπώνυμο Υποψήφιου ΔΙΔΑΚΤΟΡΑ: Ευαγγελία Φλουρή
    Α.Μ.: 2008059264
    Ημερομηνία Παρουσίασης: 8 / 9 / 2017
    Ώρα: 12:00 π.μ.
    Αίθουσα: K2A3


    Επιβλέπων: Καθ. Κ. Συνολάκης

    Επταμελής Εξεταστική Επιτροπή:

    1. Κ. Συνολάκης,
    2. Β. Δουγαλής,
    3. Ι. Τσάνης,
    4. U. Kanoglu
    5. E. Okal
    6. A.Δελής
    7. Δ. Μητσούδης


    Θέμα «Ανάλυση επικινδυνότητας από παλιρροιακά κύματα τσουνάμι για τα νησιά της Κρήτης και της Ρόδου»

    Περίληψη:
    Ιστορικά δεδομένα και επιστημονικές μελέτες πιστοποιούν αρκετά παλιρροιακά κύματα τσουνάμι που έπληξαν στο παρελθόν τα Ελληνικά νησιά. Στους ιστορικούς και νεότερους χρόνους, δύο από τους ισχυρότερους σεισμούς της Μεσογείου του 365 και του 1303 μ.Χ, με μεγέθη άνω των 8Μw, εκτιμάται ότι είχαν επίκεντρα κοντά στην Κρήτη και στη Ρόδο, και προκάλεσαν την δημιουργία καταστρεπτικών κυμάτων τσουνάμι. Τέτοια μεγάλα γεγονότα θεωρούνται σχετικά σπάνια και ακραία φαινόμενα, με μικρή πιθανότητα εμφάνισης, αλλά η ύπαρξη του Ελληνικού τόξου καθώς και η γενικότερη υψηλή σεισμικότητα της ευρύτερης περιοχής, καθιστούν τον κίνδυνο από τσουνάμι υπαρκτό. Επιπλέον, σήμερα η οικιστική, εμπορική και τουριστική ανάπτυξη των παράκτιων περιοχών των νησιών είναι πολύ μεγαλύτερη από το παρελθόν, και συνεπώς πολύ μικρότερα φαινόμενα θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις.
    Η παρούσα ερευνητική εργασία αποβλέπει στην εκτίμηση των παραπάνω επιπτώσεων για τα δύο μεγαλύτερα νησιά του ΝΑ Αιγαίου, της Κρήτης και της Ρόδου, χρησιμοποιώντας σύγχρονες μεθοδολογίες βασισμένες σε αριθμητική προσομοίωση. Για το σκοπό αυτό έχει χρησιμοποιηθεί το υπολογιστικό μοντέλο MOST (Method Of Splitting Tsunami) των Titov και Synolakis (199icon_cool.gif, το οποίο έχει δοκιμαστεί εκτεταμένα σε προβλήματα αναφοράς και χρησιμοποιείται από την υπηρεσία National Oceanic and Atmospheric Administration (ΝΟΑΑ), για την υποστήριξη του Κέντρου Προειδοποίησης Τσουνάμι των ΗΠΑ, για τον Ειρηνικό Ωκεανό. Το συγκεκριμένο μοντέλο έχει τη δυνατότητα να προσομοιώνει όλες τις φάσεις των τσουνάμι, δηλαδή τη γένεση, τη διάδοση στην ανοικτή θάλασσα, και τέλος την αναρρίχηση του κύματος στην ακτή και τη διείσδυση στην ξηρά.
    Η αρχική φάση της γένεσης του τσουνάμι, απαιτεί ως αρχική συνθήκη την αναλυτική περιγραφή της σεισμικής διάρρηξης. Δοκιμάστηκαν τόσο πιθανοθεωρητικά σενάρια, όσο και μεγάλοι σεισμοί κλειστής θάλασσας και πραγματοποιήθηκε γίνει πλήρης αριθμητική προσομοίωση όλων των σεναρίων. Τα αποτελέσματα των προσομοιώσεων επεξεργάσθηκαν για την παραγωγή αναλυτικών πλημμυρικών χαρτών (inundation maps), ενώ στη συνέχεια «δείκτες καταστρεπτικότητας» (damage metrics) υπολογίσθηκαν για την μελέτη της επικινδυνότητας.
    Η επικινδυνότητα συνήθως ορίζεται ως η πιθανότητα καταστροφών σαν αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης των φυσικών καταστροφών και των συνθηκών τρωτότητα. Για την τρωτότητα των παράκτιων περιοχών από τσουνάμι χρειάζεται να μελετηθούν η έκθεση και η ευπάθεια πλήθους κοινωνικο-οικονομικών στοιχείων και δομών, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται συνήθως ο πληθυσμός, τα κτίρια, και πλήθος άλλων υποδομών. Για το λόγο αυτό, συλλέχθηκαν κατάλληλα χωροχρονικά δεδομένα, από διαθέσιμες πηγές, επεξεργάσθηκαν μέσω γεωγραφικών συστημάτων πληροφοριών και συνδυάστηκαν με τα αποτελέσματα των αριθμητικών προσομοιώσεων για την παραγωγή αναλυτικών χαρτών επικινδυνότητας και την εξαγωγή τελικών συμπερασμάτων.
    Απώτερος στόχος της ερευνητικής εργασίας είναι να δώσει εκτιμήσεις που θα συμβάλλουν, κατά το δυνατόν, στη λήψη των κατάλληλων μέτρων πρόληψης, στη βέλτιστη διαχείριση του κινδύνου, και τελικά στην βελτίωση της προσαρμοστικότας (resilience) των τοπικών κοινωνιών απέναντι στον κίνδυνο από τσουνάμι.



© Πολυτεχνείο Κρήτης 2012